Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013

ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΥΠΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΑ ΛΟΓΩ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΗΣ


ΕιρΑθ 599/Φ1900/2012 [Απόρριψη αίτησης ως εκπρόθεσμης]
(παρατ. Α. Κρητικός)

Υπαγωγή υπερχρεωμένου οφειλέτη στη ρύθμιση του Ν 3869/2010. Ο οφειλέτης δεν έχει ευχέρεια επιλογής των χρεών που εντάσσει στη ρύθμιση του νόμου. Η μη υπαγωγή στη ρύθμιση κάποιου χρέους εκ δανείου που συνεχίζει να εξυπηρετεί ο οφειλέτης παρέχει στους δανειστές τη δυνατότητα να προβάλουν κατά της αιτήσεως του οφειλέτη προς ρύθμιση των χρεών του την ένσταση κατά την ΑΚ 281. Βασιμότητα της τελευταίας και απόρριψη της αιτήσεως.

Διατάξεις: άρθρα 281 ΑΚ, 4, 8 Ν 3869/2010

[...] Με τη διάταξη του άρθρου 254 ΚΠολΔ, αφενός μεν παρέχεται στο δικαστήριο η δυνατότητα να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, η οποία έχει κηρυχθεί περαιωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη, παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία που χρειάζονται επεξήγηση ή συμπλήρωση, αφετέρου δε ορίζεται ότι η συζήτηση που επαναλαμβάνεται με τον τρόπο αυτόν αποτελεί συνέχεια της προηγουμένης. Εκ του λόγου αυτού παρέπεται 1) ότι, κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, δεν είναι αναγκαία η κατάθεση ιδιαίτερων εγγράφων προτάσεων και αρκούν και ισχύουν οι έγγραφες προτάσεις που κατατέθηκαν κατά τη συζήτηση της οποίας διατάχθηκε η επανάληψη (βλ. ΑΠ Ολ 30/1997) και 2) ο διάδικος που έχει παρασταθεί νομίμως κατ’ αυτήν, αλλά ερημοδικεί στην επαναλαμβανόμενη, θεωρείται παρών και δικάζεται κατ’ αντιμωλία (ΕφΘεσ 2976/2005 Αρμ 2008,1465, ΕφΑθ 309/2002 ΕλλΔνη 44,1385, ΜΠρΘεσ 32393/2010 Δνη 2011,598).

Στην προκείμενη περίπτωση η δεύτερη και τρίτη των καθών οι οποίες παραστάθηκαν νομότυπα στη δικάσιμο της 8.11.2011 (βλ. πρακτικά δίκης), κατά τη συζήτηση της υπόθεσης της οποίας διατάχθηκε η επανάληψη με το περιεχόμενο που προαναφέρθηκε, δεν εμφανίστηκαν στην παραπάνω δικάσιμο, κατά την οποία επαναλήφθηκε η συζήτηση, παρά το γεγονός ότι κλητεύθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα προς τούτο.

Επομένως, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, πρέπει να θεωρηθούν ως δικαζόμενοι κατ’ αντιμωλία. Ο οφειλέτης πρέπει σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν 3869/2010 αναφέρει τους πιστωτές του και τις απαιτήσεις του. Από την τροποποίηση του νόμου δια του άρθρου 85 παρ. 1 του Ν 3996/2011 προκύπτει ότι ο νομοθέτης λαμβάνει υπόψη τις δυσχέρειες επιλογής μεταξύ των πιστωτών και αντικατέστησε τη φράση «των οφειλών αυτών» με την φράση «των οφειλών τους». Ο Νομοθέτης επέλεξε να διευκρινίσει ότι η διαδικασία ρύθμισης των οφειλών των φυσικών προσώπων αποτελεί είδος συλλογικής διαδικασίας στην οποία πρέπει να περιλαμβάνονται όλες οι οφειλές του αιτούντος την προστασία. Η προσπάθεια του αιτούντος να μην εντάξει κάποιες απαιτήσεις στην διαδικασία με επιλογή εξωδικαστικής ικανοποίησης αυτών μπορεί πρακτικά να αποδειχθεί ανώφελη διότι αυτή απαιτεί εισοδήματα και ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων τα οποία όμως αυτός καλείται να διαθέσει αποκλειστικά στη διαδικασία του Ν 3869/2010 ενώ επιπλέον η ικανοποίηση των εξωδικαστικών πιστωτών δεν καλύπτεται από τις βιοτικές ανάγκες τις οποίες μόνο αναγνωρίζει ο νόμος ως ανελαστικό ποσό προς αναζήτηση του υπόλοιπου ποσού που θα ικανοποιεί τους πιστωτές (άρθρο 8).

Η καθολική ρύθμιση των χρεών του οφειλέτη προκύπτει και από τη διατύπωση ότι του άρθρου 4 παρ. 1 στο οποίο ορίζεται ότι «… β) η κατάσταση των πιστωτών του και των απαιτήσεων του κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα». Από την άλλη πλευρά με το εδ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 4 ο νόμος επιβάλλει την υποχρέωση του οφειλέτη να προσκομίσει υπεύθυνη δήλωση για την ορθότητα και την πληρότητα μεταξύ άλλων και της κατάστασης του εδ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 4 του νόμου. Η πληρότητα αυτή προδήλως αναφέρεται στην καταχώρηση όλων των χρεών του και όλων των πιστωτών του. Σε περίπτωση δε που δεν περιλαμβάνονται όλες οι οφειλές του αιτούντος ο οφειλέτης θα κατηγορηθεί για καταχρηστική άσκηση δικαιώματος (άρθρο 281 του ΑΚ) που εκφράζεται με την άνιση και προνομιακή αντιμετώπιση κάποιων πιστωτών του σε βάρος άλλων («Εφαρμογή του Ν 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα. Φυσικά Πρόσωπα», Ιάκωβου Βενιέρη, Θεόδωρος Κατσάς, έκδ. 2011 κεφ. ΣΤ, «Ρύθμιση των οφειλών των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων», Αθ. Κρητικός, εκδ. 2012, σελ. 94).

Ενώπιον του δικαστηρίου τούτου έχει ασκηθεί η από 2.5.2011 και με αριθ. καταθ. 426/2011 αίτηση στην οποία η αιτούσα επικαλούμενη αδυναμία πληρωμής του συνόλου των οφειλών της προς τις πιστώτριες τράπεζες που αναλυτικά αναφέρονται ζητεί αφού ληφθούν υπόψη τα εισοδήματά της, η περιουσιακή και οικογενειακή της κατάσταση, να γίνει ρύθμιση των χρεών της σύμφωνα με το υποβαλλόμενο σχέδιο διευθέτησης. Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 114/Φ426/2012 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών με την οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να συμπληρωθεί κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό της η από 23.6.2011 υπεύθυνη δήλωση της αιτούσας. Ήδη με την αριθ. καταθ. 4.4.2012 κλήση επαναφέρεται προς συζήτηση η κρινόμενη αίτηση για το παραδεκτό της οποίας έχει τηρηθεί η προδικασία που ορίζει το αρ.4 παρ. 2 του Ν 3869/2010 και συγκεκριμένα προσκομίζεται α) η βεβαίωση αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού υπογεγραμμένη από την αρμόδια μεσολαβήτρια δικηγόρο και β) η διορθωμένη υπεύθυνη δήλωση με ημερομηνία 23.6.2012 για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων που προβλέπονται στις περιπτώσεως α’ και β’ της παρ. 1 του άρθρου 4 Ν 3869/2010. Η κρινομένη αίτηση, αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του δικαστηρίου (άρθρο 3 του Ν 3869/2010) στην περιφέρεια του οποίου έχει την κατοικία της η οφειλέτρια και σύμφωνα με την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 έως 781 σε συνδ. με το άρθρο 3 του Ν 3869/2010.

Περαιτέρω, η αίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 6 παρ. 3, 8, 9 και 11 του Ν 3869/2010. Εξάλλου από την αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση ούτε έχει εκδοθεί προγενέστερη απόφαση για τη διευθέτηση των οφειλών της αιτούσας με απαλλαγή από υπόλοιπα χρέη (άρθρο 13 παρ. 2 του Ν 3869/2010).

Από την ανωμοτί εξέταση της αιτούσας, τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα, τα διδάγματα της κοινής πείρας και την όλη διαδικασία αποδεικνύονται τα παρακάτω: Η αιτούσα είναι άνεργη από το 2009, έχει ένα ανήλικο τέκνο και ο σύζυγος της εργάζεται στα Ναυπηγεία με μισθό που ανέρχεται σε 1200€. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης η αιτούσα είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη 1) στην Ε. ΤΡΑΠΕΖΑ, οφείλει συνολικά από πιστωτικές κάρτες το ποσό των 12.158,93 €, 2) στην Eρ. οφείλει συνολικά από καταναλωτικά δάνεια το ποσό των 75.969,75€ και 3) στην Τράπεζα Π. οφείλει συνολικά το ποσό των 3557,14€. Το συνολικό ποσό της οφειλής της ανέρχεται σε 91.685,82€.

Η αιτούσα στην αίτησή της αναφέρει ότι έχει λάβει και ένα στεγαστικό δάνειο δίχως όμως να προσδιορίζει παντελώς το ύψος του στεγαστικού δανείου, από ποιό πιστωτικό ίδρυμα έχει λάβει αυτό το δάνειο ούτε οποιοδήποτε άλλο προσδιοριστικό στοιχείο της δανειακής σύμβασης. Η πληρωμή από την αιτούσα επιλεγμένης πιστώτριας βλάπτει τους λοιπούς πιστωτές τους οποίους έχει εντάξει στο σχέδιο και καταστρατηγεί τα συμφέροντά τους. Κατά τρόπο καταχρηστικό δημιουργεί άνιση μεταχείριση σε βάρος τους, αφού όπως ισχυρίζεται εξακολουθεί να καταβάλλει τις δόσεις του στεγαστικού της δανείου προς την μη ενταγμένη στο σχέδιο εξωδικαστική πιστώτρια παραβιάζοντας την συνολική και καθολική ρύθμιση των οφειλών της και αφήνοντας σ’ αυτήν περιθώρια να κινήσει διαδικασίες ατομικής εκτέλεσης που θα δημιουργήσουν εμπλοκές στην υλοποίηση της ρύθμισης. Συνεπώς σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν πρέπει να γίνει δεκτή η ένσταση της καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος (άρθρο 281 του ΑΚ) της 3ης των καθών και να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.6 του Ν 3869/2010.. [...]

Παρατηρήσεις

Με βάση τη γραμματική διατύπωση της παρ. 1 του άρθρου 4 Ν 3869/2010 που ορίζει ότι “η αίτηση πρέπει να περιέχει: α) κατάσταση της περιουσίας του οφειλέτη και των κάθε φύσεως εισοδημάτων του ίδιου και του συζύγου του, β) κατάσταση των πιστωτών του και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και γ) …» σε συνδυασμό προς το όλο πνεύμα του Ν 3869/2010, σκοπός του οποίου είναι η καθιέρωση μιάς συλλογικής διαδικασίας ρυθμίσεως των χρεών του οφειλέτη κατά το πρότυπο του πτωχευτικού κώδικα (Ν 3588/2007) η μάλλον κρατούσα στη νομολογία των δικαστηρίων άποψη δέχεται ότι ο οφειλέτης δεν έχει ευχέρεια επιλογής των προς ρύθμιση χρεών του τα οποία θέλει να υπαγάγει στο Ν 3869/2010. Είναι δηλαδή υποχρεωμένος να διαλάβει στην αίτησή του όλα τα δεκτικά ρυθμίσεως κατά νόμο χρέη του τα οποία αυτός έχει προς όλους τους πιστωτές του [βλ. έτσι ενδεικτικά και μόνο ΕιρΑθ 108/2012· ΕιρΑθ 116/2012· ΕιρΑθ 328/2012· ΕιρΑθ 331/2012· ΕιρΑθ 199/2012· ΕιρΑθ 200/2012· ΕιρΑθ 161/2012· ΕιρΑθ 234/2012· ΕιρΑθ 250/2012· ΕιρΑθ 259/2012· ΕιρΑθ 314/2012· ΕιρΑθ 382/2012· ΕιρΑθ 384/2012· ΕιρΑθ 411/2012· ΕιρΑθ 455/2012· ΕιρΑθ 458/2012, ΕιρΘεσ 8185/2011· ΕιρΘεσ 1238/2012· ΕιρΘεσ 6958/2012· ΕιρΘεσ 439/2012· ΕιρΘεσ 804/2012. Από τη θεωρία βλ. Κρητικό, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, β’ έκδ. 2012 άρθρο 4 παρ. 13 με περαιτέρω παραπομπές· Βενιέρη/Κατσά, Εφαρμογή του Ν 3869/2012 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, 2011, σ. 129. Υπέρ της αντίθετης απόψεως βλ. ενδεικτικώς από τη νομολογία ΕιρΑθ 14/2012· 24/2012· 32/2012· 39/2012· 113/2012· 163/2012. Από τη θεωρία υπέρ της αντίθετης απόψεως βλ. Μακρή, Κατ’ άρθρο ερμηνεία του Νόμου 3869/2010 β’ έκδ. 2011 άρθρο 4 παρ. 55 σ. 82).

Άμεση συνέπεια της παραπάνω ως ορθότερης θεωρούμενης απόψεως είναι η απόρριψη της αιτήσεως ως μη νόμιμης δηλαδή ως μη σύμφωνης προς το νόμο που επιβάλλει την αναφορά στην αίτηση όλων των χρεών του οφειλέτη έναντι όλων των πιστωτών του που δεν εξαιρούνται από το νόμο. Το δικαστήριο θα πληροφορηθεί τέτοια ατέλεια της αιτήσεως είτε από το ίδιο το περιεχόμενο της αιτήσεως είτε από τις προτάσεις του αιτούντος είτε από τα προσκομιζόμενα από τον αιτούντα έγγραφα είτε από προβαλλόμενο ισχυρισμό κάποιου από τους μετέχοντες στη διαδικασία πιστωτές. Πολλές ωστόσο φορές οι πιστωτές ζητούν την απόρριψη της αιτήσεως για το λόγο ότι ο οφειλέτης δεν περιέλαβε στην αίτησή του και άλλα συγκεκριμένα χρέη δεκτικά κατά νόμο ρυθμίσεως έναντι συγκεκριμένου πιστωτή. Ειδικότερα οι πιστωτές ζητούν την απόρριψη της αιτήσεως γιατί ο οφειλέτης με τη συμπεριφορά του αυτή, δηλαδή να αφήσει εκτός ρυθμίσεως κάποιο ή κάποια χρέη ενεργεί αντιθέτως προς του κανόνα της ΑΚ 281 δηλαδή επιδεικνύει καταχρηστική συμπεριφορά. Τα δικαστήρια εφόσον κρίνουν αποδεικνυόμενη μία τέτοια ένσταση απορρίπτουν στη συνέχεια την αίτηση του οφειλέτη για το λόγο αυτό.

Ωστόσο έχω την άποψη ότι η νομιμότητα της αιτήσεως του οφειλέτη ερευνάται πριν από τις τυχόν προβαλλόμενες από τους πιστωτές ενστάσεις. Εκτέθηκε και παραπάνω ότι η υποχρέωση του οφειλέτη να διαλάβει στην αίτησή του όλα τα χρέη του αποτελεί ζήτημα που αφορά τη νομιμότητα της αιτήσεως. Πέρα τούτου για να ευσταθήσει η προβαλλόμενη από συμμετέχοντα στη διαδικασία πιστωτή ένσταση από την ΑΚ 281 προϋποτίθεται άσκηση από τον οφειλέτη δικαιώματος κατά τρόπο αντίθετο στην ΑΚ 281. Όμως εκτέθηκε παραπάνω ότι ο οφειλέτης γενικώς έχει ευχέρεια ή δυνατότητα να ζητήσει να υπαχθεί στις ρυθμίσεις του Ν 3869/2010, όμως δεν έχει το δικαίωμα να μην περιλάβει στην αίτησή του προς ρύθμιση ορισμένα χρέη προς πιστωτές του. Επομένως ελλείποντος ενός τέτοιου δικαιώματος δεν μπορεί να γίνει λόγος κατά κυριολεξία περί καταχρηστικής ασκήσεώς του. Κατά την ορθότερη, επομένως, άποψη σε μία τέτοια περίπτωση η αίτηση του οφειλέτη που εμφανίζει την περιγραφείσα ατέλεια είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, και όχι λόγω αντίθεσης στην ΑΚ 281 κατά παραδοχή προβληθείσης από πιστωτή σχετικής ενστάσεως.

Αθανάσιος Γ. Κρητικός,

Αντιπρόεδρος ΑΠ, ε.τ.

Πηγή: EφΑΔ 5/2013, 468

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλώ σχολιάστε κόσμια